Η μπάλα δεν ήταν συνηθισμένη. Το γήπεδο δεν ήταν συνηθισμένο. Η ηλικία της δεν ήταν συνηθισμένη. Τίποτα στο ξεκίνημα δεν ήταν συνηθισμένο. Ούτε η αιτία, ούτε η αφορμή, ούτε η εξέλιξη. Η τηλεόραση έπαιζε έναν αγώνα μπάσκετ και η Ιωάννα, ήταν δεν ήταν τότε έξι ετών, άρχισε να κάνει ερωτήσεις. Προς έκπληξή της, ο μπαμπάς της είχε απαντήσεις. Ερώτηση στην ερώτηση και απάντηση με την απάντηση, βγήκε από το ντουλάπι το κρυμμένο μυστικό και σύντομα μετά οι δυο τους βρίσκονταν σε ένα ανοικτό γήπεδο μπάσκετ στην Ικαρία.
Ο Γιώργος Χατζηλεοντής, ο οποίος έπαιζε μπάσκετ αλλά μέχρι τότε δεν της το είχε πει, κλήθηκε από την Ιωάννα να της μάθει τι κάνουν σε αυτό το άθλημα. Έβαλαν στο δισάκι τους μια ποδοσφαιρική μπάλα του Euro 2004 (σ.σ. και με ποδοσφαιρική μπάλα του Euro 2004 τι μπορεί να πάει λάθος;) και βρέθηκαν να συζητάνε για την ντρίμπλα, την πάσα και το σουτ.
Το μπάσκετ δεν ήταν για την Ιωάννα έρωτας με την πρώτη ματιά. Όση αδυναμία κι αν είχε στον μπαμπά, προείχε το μπαλέτο! Θα εξαντλούσε τα ταλέντα της εκεί, πριν έρθει μια δεύτερη σύμπτωση να την ωθήσει προς το μπάσκετ. Ένα φυλλάδιο για 3×3 αγώνες και μια επιτροπή της ΕΟΚ που είχε επισκεφτεί το σχολείο της. Τα χρώματα έλκυσαν την Ιωάννα και επιστρέφοντας σπίτι ζήτησε από τους γονείς της να συμμετάσχει. Ο μπαμπάς λίγο σκεφτικός προσπάθησε να την… τεστάρει, η μαμά καταφύγιο κι εντέλει πήγαν όλοι μαζί στον αγώνα και ο έρωτας γεννήθηκε κι ας ήταν με τη δεύτερη ματιά.
***
«Ήταν ο πρώτος μου προπονητής, ο καλύτερός μου προπονητής, ο παντοτινός μου προπονητής»… Η Ιωάννα εξελίχθηκε στο μπάσκετ. Κατέκτησε τίτλους: Πανελλήνιους, σχολικούς, ομαδικούς, ατομικούς. Διακρίθηκε με την Εθνική ομάδα – μέχρι και πολυτιμότερη παίκτρια αναδείχθηκε στο πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα U16 το 2018. Οι γονείς της ήταν εκεί σε κάθε βήμα της διαδρομής. Στηρίγματα. Τα αδέρφια της το ίδιο. Όπως εκείνο το τυχαίο πρωινό στην Ικαρία βρέθηκαν στο γήπεδο να μιλάνε για το μπάσκετ, έτσι ένα άλλο τυχαίο πρωινό στην Αθήνα μπήκαν όλοι μαζί στο αμάξι και οδήγησαν οκτώ ώρες μέχρι τα Σκόπια για να τη δουν να αγωνίζεται. Αυτό έμαθε η Ιωάννα ότι είναι οικογένεια και από αυτό έπρεπε σωματικά να αποσχιστεί.
Το μπάσκετ, το οποίο μέχρι κάποια ηλικία ήταν «θα παίξω κορασίδες, νεάνιδες κάνα-δυο χρόνια γυναικείο και μετά θα σπουδάσω», άλλαξε ρότα. Όταν άρχισαν οι προτάσεις από τα κολέγια και όταν συνειδητοποίησε την ευκαιρία που μπορεί να έχει το μπάσκετ έγινε αποκατάσταση. Δούλευε με τις ομάδες, δούλευε μόνη της, δούλευε με τον μπαμπά και αποφάσισε να πάει στην Αμερική. Εκεί, περισσότερο από ποτέ θα χρειαζόταν τα στηρίγματά της. Εκεί, περισσότερο από ποτέ θα αντιλαμβανόταν πόσο σημαντικά είναι τα στηρίγματά της.
Άμα την άφιξή της στο Κάνσας, εποχές COVID και καραντινών, έπρεπε να περάσει δύο εβδομάδες στην απομόνωση. «Σε ένα δωμάτιο μόνη, σε ένα μέρος που δεν ήξερα κανέναν». Θέλει ψυχικό σθένος εκείνες τις στιγμές για να μην σε τρομάξουν οι σκέψεις σου. Η Ιωάννα από την πρώτη μέρα μέχρι και την τελευταία στην Αμερική θα μιλούσε με την οικογένειά της. Κάθε μέρα. Κάθε. Μέρα. Θα μιλούσε με τη φίλη της, την Έφη Βαννού, και το απλοϊκό «όλα θα πάνε καλά» θα ερχόταν σε κάθε πρόβλημα να δίνει τη λύση. Και υπήρξαν προβλήματα. Προβλήματα μικρά και προβλήματα μεγαλύτερα και από τη ζωή. Ήταν πολλά τα καταραμένα «όλα θα πάνε καλά» που χρειάστηκαν για να βγει η τετραετία.
«Στην οικογένεια έχουμε τη νοοτροπία ότι αν ξεκινάς κάτι το τελειώνεις», και η Ιωάννα Χατζηλεοντή δε θα τα παρατούσε. Ούτε όταν οι τραυματισμοί την άφηναν με την ανασφάλεια του αν θα παίξει ξανά μπάσκετ ή αν θα είναι ξανά το ίδιο καλή, ούτε όταν τα μαθήματα άρχισαν να γίνονται πολύ δύσκολα, ούτε όταν έπρεπε να κάνει το πρώτο χειρουργείο στη ζωή της, ούτε όταν ο μπαμπάς της δεν μπορούσε πια να απαντήσει στις κλήσεις της.
«Δεν είχα το μπάσκετ για να μπορώ κάπου να ξεσπάσω. Ήμουν δύο χρόνια μόνο στα βάρη και στο γυμναστήριο. Είχα χάσει τον μπαμπά μου, ήταν ο τραυματισμός, ήταν κάποια δύσκολα μαθήματα. Κάθεσαι και λες τι κάνω τώρα εγώ εδώ;». Η απάντηση ήταν εν μέρει στα ίδια τα βιβλία που τη δυσκόλευαν. Πτυχιούχος ψυχολογίας σήμερα, μπόρεσε τότε να ζητήσει και να αποδεχτεί τη βοήθεια, αλλά και να ψάξει για τις απαντήσεις που χρειαζόταν. «Δεν υπάρχει τίποτα δύσκολο, όλα είναι προκλήσεις. Ακόμα κι φαίνεται βουνό, ακόμα κι αν πιστεύεις ότι δε θα το ξεπεράσεις ποτέ. Οι άνθρωποι είναι πολύ δυνατοί».
Οι άνθρωποι είναι δυνατοί, αλλά είναι και άνθρωποι. Το «όλα θα πάνε καλά» την έφερε στην αποφοίτηση, στην επιστροφή της στην Ελλάδα, στην Εθνική ομάδα προ των πυλών του ευρωμπάσκετ. Την έφερε πίσω στα γαλανόλευκα, απ’ όπου ουσιαστικά μπήκε ο σπόρος για να ανθίσει η επιθυμία να είναι το μπάσκετ κάτι περισσότερο από ένα χόμπι. Το «όλα θα πάνε καλά» την οδήγησε μέσα από τις δυσκολίες, τα δύο χρόνια αγωνιστικής απραξίας, το πένθος, την απώλεια. Το «όλα θα πάνε καλά» την οδηγεί στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Θα την οδηγήσει στα επόμενα βήματα της καριέρας της. Θα την οδηγήσει στη στιγμή που θα νιώσει πάλι μέσα της εκείνη τη φλόγα, εκείνη την ένωση…
***
«Είμαι υπερήφανη για το όνομα στο πίσω μέρος της φανέλας μου. Ο πατέρας μου ήταν το πρότυπό μου, πριν ακόμη ξεκινήσω το μπάσκετ. Μεγαλώνοντας, ήθελα απλώς να είμαι τόσο καλός όσο ήταν. Και όταν φωνάζουν το όνομά μου, ξέρω ότι ο μπαμπάς μου είναι ξύπνιος ξημερώματα και με παρακολουθεί να παίζω. Κι όταν τελειώνει το παιχνίδι, με παίρνει τηλέφωνο, κερδίζω ή χάνω. Είναι ο νούμερο ένα οπαδός μου. Και είμαι υπερήφανη που έχω αυτό το όνομα στο πίσω μέρος της φανέλας μου Λοιπόν, απλώς πείτε με Ιωάννα. Δεν χρειάζεται να είσαι Greek Freak, όταν είσαι Χατζηλεοντή!»
Και το ματς μπορεί να μην είναι ξημερώματα, και μπορεί να μην είναι στην Αμερική, και το τηλέφωνο δε θα χτυπήσει μετά, αλλά ένα είναι δεδομένο: Ο Γιώργος Χατζηλεοντής θα παρακολουθεί. Το όνομά του θα ακουστεί. Και θα είναι περήφανος.
Η Ιωάννα πετάει γιατί ποτέ δεν της έκοψαν τα φτερά… Τη δίδαξαν να φτάσει όσο πιο ψηλά μπορεί. Κι ας είναι από την Ικαρία.
Πηγή και φωτό: basket.gr